πεντηκοντάρχου

πεντηκοντάρχου
πεντηκόνταρχος
commander of fifty men
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • πεντηκονταρχία — η, ΝΑ [πεντηκόνταρχος] το αξίωμα ή η διάρκεια τής θητείας τού πεντηκοντάρχου νεοελλ. στρατιωτική βάση με πενήντα οπλίτες αρχ. λόχος από εξήντα τέσσερεις ελαφρώς οπλισμένους άντρες …   Dictionary of Greek

  • Αλεξανδρόπουλος — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αγγελής. Αγωνιστής από τα Γαράτσα της Μεσσηνίας. Υπηρέτησε αρχικά υπό τις διαταγές του Μήτρου Πέτροβα. Πήρε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις στην Καρύταινα, το Βαλτέτσι, την Τρίπολη, το Άργος, την Κόρινθο κ.α. 2.… …   Dictionary of Greek

  • Ασημακόπουλος — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αθανάσιος. Φιλικός από το Άργος. Με την κήρυξη της Επανάστασης έγινε καπετάνιος. Πολέμησε στον Ξεριά εναντίον του Κεχαγιά μπέη και αργότερα, μαζί με τον Παπαρσένη, υπεράσπισαν τα γυναικόπαιδα που είχαν κρυφτεί στο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”